Header Image

Ενημερωτικό υλικό

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΝΕΥΡΟΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΟΓΚΟΙ (ΝΕΤ)

Οι νευροενδοκρινείς όγκοι είναι νεοπλάσματα που προέρχονται από νευροενδοκρινικά κύτταρα και μπορεί να ανευρίσκονται οπουδήποτε στο ανθρώπινο σώμα, συνηθέστερα στον γαστρεντερικό σωλήνα ή τους πνεύμονες.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΗΜΑΤΟΣ

Τα ΝΕΤ αποτελούν μια σπάνια ομάδα νεοπλασμάτων με ετήσια επίπτωση 3-5 περιπτώσεις/100000 άτομα. Μπορεί να είναι σποραδικά (ανεύρεση ΝΕΝ σε συγκεκριμένο ιστό χωρίς αντίστοιχο οικογενειακό ιστορικό) ή να εμφανίζονται στο πλαίσιο οικογενών συνδρόμων (ανεύρεση ενός ή περισσοτέρων ΝΕΤ σε έναν ή περισσότερούς ιστούς και νόσηση και άλλων μελών της οικογένειας από παρόμοια ΝΕΤ) όπως το σύνδρομο ΜΕΝ1 ή Von Hippel Lindau (5-17%).

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΚΛΙΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Τα ΝΕΤ μπορεί να είναι λειτουργικά και να εκκρίνουν ορμόνες που προκαλούν ένα σύνολο συμπτωμάτων (κλινικό σύνδρομο) ή μη λειτουργικά (προκαλούν συμπτώματα από πίεση παρακείμενων οργάνων). Τα λειτουργικά ΝΕΤ μπορεί να προκαλούν διάρροιες, πεπτικά έλκη, επεισοδιακή εμφάνιση ερυθρότητας προσώπου, εφίδρωση, δύσπνοια, υπογλυκαιμία, διαβήτη ή δερματικό εξάνθημα. Τα μη λειτουργικά ΝΕΤ σχετίζονται με μη ειδικά συμπτώματα λόγω συμπίεσης παρακείμενων οργάνων όπως κοιλιακό άλγος, απώλεια βάρους, ναυτία ή ανορεξία.

Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών δεν παρουσιάζει συμπτώματα και η παρουσία του ΝΕΤ διαπιστώνεται κατά τον απεικονιστικό έλεγχο για άλλο αίτιο.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Αιματολογικές εξετάσεις

Κατά τη διερεύνηση και παρακολούθηση ασθενών με ΝΕΤ απαιτείται έλεγχος με γενική αίματος και βιοχημικές εξετάσεις και προσδιορισμός ασβεστίου, επιπέδων νηστείας των ορμονών του γαστρεντερικού συστήματος, χρωμογρανίνης Α (CgA), ειδικής νευρωνικής ενολάσης (NSE) και αναλόγως της κλινικής εικόνας και των λοιπών ευρημάτων προσδιορισμός κορτιζόλης, φλοιοεπινεφριδοτρόπου ορμόνης (ACTH), καλσιτονίνης, ορμονών της υπόφυσης και άλλων νεοπλασματικών δεικτών. Επιπλέον, τα επίπεδα NT-proBNP (βιοδείκτης ενδεικτικός καρδιακής ανεπάρκειας) είναι χρήσιμα στη διάγνωση και παρακολούθηση ασθενών με καρδιακή νόσο λόγω καρκινοειδούς συνδρόμου.

Εξετάσεις ούρων

Ανάλογα με την πρωτοπαθή εντόπιση του ΝΕΤ και την κλινική εικόνα μπορεί να απαιτείται, μετά από κατάλληλη δίαιτα, προσδιορισμός επιπέδων 5-υδροξυ-ινδολοξυακετοξικού οξέως (5-HIAA) και κατεχολαμινών ούρων 24ώρου.

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Προκειμένου να τεθεί η διάγνωση πραγματοποιείται ένα σύνολο εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων, όπως γενική αίματος, βιοχημικές εξετάσεις, αξονική ή μαγνητική τομογραφία προσβεβλημένων περιοχών όπως θώρακος και κοιλίας. Επιπλέον του συνήθους ελέγχου, διενεργείται προσδιορισμός των επιπέδων των ορμονών που προέρχονται από το γαστρεντερικό σύστημα ενώ εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής όπως το Οctreoscan ή το Ga-PET/CT αποτελούν χρήσιμες μεθόδους ανατομικής εντόπισης, σταδιοποίησης και σχεδιασμού περαιτέρω θεραπευτικών χειρισμών.

Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια διενεργείται σε επιλεγμένα περιστατικά πρωτοποριακός γονιδιακός έλεγχος (NETest) με σκοπό την εκτίμηση της ενεργότητας της νόσου ή της πιθανότητας ανταπόκρισης σε συγκεκριμένες θεραπείες. Η μέθοδος αυτή είναι διαθέσιμη σε περιορισμένα τμήματα διεθνώς και αναμένεται να αποτελέσει στο μέλλον τη μέθοδο αναφοράς για τη διάγνωση και παρακολούθηση της θεραπείας των ΝΕΤ.

Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει το σύνολο των εξετάσεων που είναι χρήσιμες στη διάγνωση των ασθενών με ΝΕΤ.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΝΕΤ

Χειρουργική εξαίρεση

Εάν είναι δυνατόν, πραγματοποιείται χειρουργική επέμβαση με σκοπό την πλήρη εκτομή του νεοπλάσματος που δυνητικά  οδηγεί σε ίαση. Σε ορισμένες περιπτώσεις ασθενών με μεταστατική νόσο πραγματοποιείται χειρουργική εκτομή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου τμήματος της νόσου ώστε να καταστεί ευκολότερη η αντιμετώπιση με τις άλλες θεραπευτικές επιλογές.

Ενδοσκοπική εξαίρεση

Σε ορισμένες περιπτώσεις ΝΕΤ στομάχου, δωδεκαδακτύλου και ορθού, το νεόπλασμα αφαιρείται ενδοσκοπικά κατά τη διάρκεια γαστροσκόπησης και κολονοσκόπησης. Ειδικές ενδοσκοπικές μέθοδοι που είναι διαθέσιμες σε εξειδικευμένα κέντρα είναι η ενδοσκοπική βλεννογονική εκτομή (EMR) και η ενδοσκοπική υποβλεννογόνια εκτομή (ESD).

 

Ανάλογα σωματοστατίνης

Τα ανάλογα σωματοστατίνης όπως οι υποδόριες ενέσεις οκτρεοτίδης ή τα ανάλογα μακράς διάρκειας δράσης όπως το Octreotide LAR και το Lanreotide Autogel που χορηγούνται άπαξ μηνιαίως αποτελούν χρήσιμες επιλογές τόσο για τον έλεγχο του εκκριτικού συνδρόμου όσο και για την αντινεοπλασματική τους δράση (επιβραδύνουν κυρίως την εξέλιξη της νόσου).

Στοχευμένοι παράγοντες

Οι νεότεροι στοχευμένοι παράγοντες everolimus και sunitinib αποτελούν αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές σε ασθενείς με μεταστατικά ΝΕΤ.

Χημειοθεραπεία

Η χημειοθεραπεία χορηγείται συνήθως σε ΝΕΤ πνεύμονα ή παγκρέατος καθώς και σε ΝΕΤ χαμηλής διαφοροποίησης. Η χημειοθεραπεία είναι λιγότερο αποτελεσματική σε ΝΕΤ λεπτού εντέρου όπου συνήθως προτιμώνται άλλες θεραπευτικές επιλογές.

Ιντερφερόνη

Η ιντερφερόνη διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα να καταπολεμήσει τα νεοπλάσματα και μπορεί να είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των ΝΕΤ ιδιαιτέρως σε συνδυασμό με ανάλογα σωματοστατίνης. H χρήση της έχει πρόσφατα περιορισθεί λόγω παρενεργειών.

Θεραπεία με ραδιοπεπτίδια (PRRT)

Η θεραπεία με ραδιοπεπτίδια μπορεί να είναι αποτελεσματική σε ασθενείς με θετικό σπινθηρογράφημα υποδοχέων σωματοστατίνης (ή MIBG σπινθηρογράφημα σε περιπτώσεις φαιοχρωμοκυττωμάτων). Οι ασθενείς δεν νοσηλεύονται και λαμβάνουν τη θεραπεία ως εξωτερικοί ασθενείς.

Εμβολισμός αρτηριών ήπατος

Ο εμβολισμός των ηπατικών αρτηριών (με ή χωρίς την ταυτόχρονη χορήγηση χημειοθεραπείας) αποτελεί μια αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς με κυρίαρχη ηπατική νόσο.

Θερμική κατάλυση

Η κατάλυση με ραδιοσυχνότητες η οποία ουσιαστικά «καίει» το νεόπλασμα αποτελεί θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς με μικρές ηπατικές βλάβες.

Μεταμόσχευση ήπατος

Σπάνια, μπορεί να συσταθεί  μεταμόσχευση ήπατος σε ασθενείς που εμφανίζουν διήθηση αποκλειστικά και μόνο του ήπατος από το νεόπλασμα. Όμως, πρέπει επιπροσθέτως να πληρείται ένα σύνολο κριτηρίων ενώ υπάρχει κίνδυνος υποτροπής του νεοπλάσματος μετά τη μεταμόσχευση.

Top